- χθεσινά
- χθεσινόςneut nom/voc/acc plχθεσινά̱ , χθεσινόςfem nom/voc/acc dualχθεσινά̱ , χθεσινόςfem nom/voc sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
απολογισμός — ο 1. τελική εκκαθάριση εσόδων και εξόδων, γενικός λογαριασμός: Ο απολογισμός διαχείρισης των κρατικών εσόδων θα έχει πλεόνασμα. 2. συνόψιση, ανακεφαλαίωση: Ο απολογισμός από τα χθεσινά επεισόδια είναι δεκαπέντε τραυματίες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)